Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009

Επικοινωνιακά Αυτογκόλ

Δυσάρεστες εντυπώσεις μόνο μπορεί να προκαλέσει η τακτική που τα τελευταία 2 χρόνια ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να ασκήσει τον αντιπολιτευτικό του ρόλο σε επικοινωνιακό επίπεδο. Το πρόβλημα προφανώς είναι εγγενές και αντικατοπτρίζει τις εσωτερικές αδυναμίες που συνεχίζουν να υπονομεύουν τη σοβαρότητα, την υπευθυνότητα και την αξιοπιστία του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Ανατρέχοντας κάποιος όχι και πολύ πίσω, από τον Σεπτέμβριου του 2007 μέχρι και σήμερα, δεν μπορεί παρά να απορήσει για τα -ένα μετά το άλλο- επικοινωνιακά ολισθήματα του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Πρώτον, να θυμίσω ότι οι τελευταίες Εθνικές Εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2007, έγιναν σε κλίμα ιδιαίτερα άσχημο για το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, με κυριότερο ίσως πρόβλημα τις καταστροφικές πυρκαγιές. Τότε το ΠΑΣΟΚ, κινδυνολογώντας και τρομοκρατώντας τους Έλληνες πολίτες, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την έκταση και την ένταση των πυρκαγιών ως επικοινωνιακό του όπλο. Ο κύριος όγκος του προεκλογικού του λόγου περιστρεφόταν γύρω από μια «ανίκανη και επικίνδυνη Κυβέρνηση που δεν μπορεί να προφυλάξει τους πολίτες και πρέπει να φύγει». Η επικοινωνιακή επιλογή της κατατρομοκράτησης του πολίτη αλλά και της κατασυκοφάντησης της Κυβέρνησης φυσικά απέτυχε. Η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές με διαφορά σχεδόν 4%.

Το δεύτερο επικοινωνιακό ολίσθημα εμφανίστηκε την ίδια περίοδο. Επιθυμώντας το ΠΑΣΟΚ να στελεχώσει το ψηφοδέλτιο Επικρατείας του με άτομα υψηλής αναγνωρισιμότητας και δημοφιλίας, ανακοινώνει τη συμμετοχή της κας. Φώφης Γεννηματά, Υπερνομάρχη Αθηνών τότε. Φυσικά ο Άρειος Πάγος απέρριψε το αίτημα και τη συμμετοχή ως αντισυνταγματική. Και δεν χρειαζόταν να είναι κανείς συνταγματολόγος για να το διαπιστώσει. Αρκούσε μια απλή ανάγνωση του Ελληνικού Συντάγματος. Η κα. Φώφη Γεννηματά αποκλείστηκε και η βάση και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έμειναν να απορούν πως ήταν δυνατόν να γίνει ένα τέτοιο παιδαριώδες λάθος.

Οι επικοινωνιακοί ερασιτεχνισμοί του ΠΑΣΟΚ τρίτωσαν στις πρόσφατες Ευρωεκλογές. Σε αυτές τις εκλογές, το ΠΑΣΟΚ έχασε περίπου 850.000 ψηφοφόρους του από τις Εθνικές εκλογές του 2007, χωρίς να κυβερνά, χωρίς κόστος, απλά με το να βρίσκεται στην Αντιπολίτευση. Το μέγεθος των απωλειών του ΠΑΣΟΚ δεν δικαιολογείται από την αναμενόμενη αποχή που παρουσιάζεται κάθε φορά σε Ευρωεκλογές, ειδικά όταν πρόκειται για Ευρωεκλογές στις οποίες το ΠΑΣΟΚ είχε προσδώσει σαφή Εθνικά χαρακτηριστικά και δημοψηφισματικό χαρακτήρα. Για άλλη μια φορά, το ΠΑΣΟΚ δεν έπεισε για την ποιότητα και την αξιοπιστία του αντιπολιτευτικού του λόγου και σε μια συγκυρία δυσμενέστατη για τη Νέα Δημοκρατία, κέρδισε τις εκλογές.

Τέταρτον, φτάσαμε σήμερα, όπου κορυφαίοι Συνταγματολόγοι, με επικεφαλής τον πάλαι ποτέ συνεργάτη του Ανδρέα Παπανδρέου καθηγητή κ. Δημήτριο Τσάτσο, στηλιτεύουν δημόσια τους τακτικισμούς του ΠΑΣΟΚ σχετικά με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Οι συνεργάτες αυτοί από έμπιστοι έγιναν αυτόματα αποκηρυγμένοι.

Τέλος, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης βρήκε πεδίο αντιπολιτευτικής δόξας λαμπρό και στην πανδημία της γρίπης. «Η Ελλάδα δεν έχει σχέδιο», καταγγέλλουν, με τον ίδιο τον αρχηγό του κόμματος να εμπλέκεται προσωπικά, θέλοντας να σφραγίσει θεσμικά άλλη μια βαρυσήμαντη παρέμβαση. Και πάλι τρομοκρατούν τον κόσμο, δαιμονοποιώντας την πολιτική και κοινωνική καθημερινότητα του πολίτη.

Αναμενόμενα είναι όλα τα παραπάνω στα πλαίσια μιας κοντόφθαλμης παλαιοκομματικής λογικής που δεν έχει το πολιτικό θάρρος να αναγνωρίζει λάθη. Αυτό όμως που δεν θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο για ένα μεγάλο κόμμα το οποίο έχει κυβερνήσει και θα ζητήσει ξανά την ψήφο του λαού για να κυβερνήσει είναι να υποπίπτει συνεχώς και συστηματικά σε τόσο σοβαρά πολιτικά ολισθήματα.

Η επικοινωνία ως εργαλείο υπάρχει για να εξυπηρετεί πολιτικές. Και οι πολιτικές που κλήθηκε αυτή η επικοινωνιακή τακτική να εξυπηρετήσει είχαν εξαρχής πρόβλημα, γιατί στηρίχτηκαν σε ανεύθυνα και ανέξοδα πολιτικά σχεδιάσματα. Στηρίχτηκαν, όπως και συνεχίζουν να στηρίζονται σε μια μικροκομματική και καιροσκοπική θεώρηση του θεσμού τόσο της Δημοκρατίας όσο και του ίδιου του Συντάγματος.